Το νέο λύκειο, οι πανελλήνιες και μια αυτοκτονία

ΓΡΑΦΕΙ: Η ΑΘΗΝΑ-ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΟΥΜΕΛΑ.

Φέτος, την 28η Μαΐου του 2014, την πρώτη ημέρα των πανελληνίων εξετάσεων, ένα δεκαοχτάχρονο παιδί αυτοκτόνησε. Σίγουρα δεν ήταν ο πρώτος, σίγουρα δεν ήταν ο μόνος που ένιωσε ολόκληρη τη ζωή του να κρέμεται από μία σειρά εξετάσεων, ότι πρέπει να κοπιάσει, σε υπεράνθρωπο βαθμό, για κάτι που δεν είναι καν σίγουρος ότι το θέλει πραγματικά. Το ότι η κοινωνία μας αφήνει να συμβαίνει κάτι τέτοιο είναι εγκληματικό. Ωστόσο, δε μπορούμε παρά να το θεωρούμε αναμενόμενο. Εδώ και πάρα, μα πάρα πολλά χρόνια (από τον καιρό των δικών μας γονιών) θεωρούμε απόλυτα φυσιολογικό παιδιά 17 και 18 χρονών να ξοδεύουν παραπάνω από τα τρίτα τέταρτα της ημέρας τους για διάβασμα. Δε μιλάω για τις ακραίες περιπτώσεις μαθητών που λόγω του άγχους τους υπερβάλλουν, μιλάω για το μέσο όρο. Και, κακά τα ψέματα, το μέγεθος των απαιτήσεων απαιτεί τόσο και παραπάνω χρόνο για να καταφέρει να ανταποκριθεί ο μέσος μαθητής επαρκώς σε αυτές.
Κι όμως δεν είναι καθόλου φυσιολογικό στην πιο γεμάτη με ενέργεια και δημιουργική διάθεση ηλικία να σπαταλιόμαστε σε κάτι τόσο ανούσιο, γιατί, είναι ανούσιο. Η διαδικασία προετοιμασίας για τις πανελλήνιες είναι ένα καθαρό θέατρο του παραλόγου, που δεν έχει καμία σχέση με τη πραγματική παιδεία, μόρφωση και αξιοπρέπεια. Αναλωνόμαστε στο να μάθουμε τα συγκεκριμένα πράγματα που θα μας χρειαστούν στις εξετάσεις, με το συγκεκριμένο τρόπο που πρέπει να τα γράψουμε, χωρίς να έχουμε χρόνο να απολαύσουμε μια δημιουργική διαδικασία μάθησης, βομβαρδιζόμαστε από πληροφορίες που καλούμαστε να ταξινομήσουμε στο χαοτικό και εύφλεκτο μυαλό μας που κρατιέται δεμένο με αλυσίδες για να καταφέρει να το πετύχει αυτό, χωρίς να ξέρουμε καλά καλά γιατί. Πολλούς από εμάς δε μας καλύπτουν οι σχολές που υπάρχουν και θέλουμε να στραφούμε σε άλλους τομείς που δεν καλύπτει το σχολείο, ενώ κάποιοι δεν νιώθουμε ακόμα έτοιμοι, δεν είμαστε σίγουροι τι θέλουμε να κάνουμε . Το χειρότερο όμως από όλα είναι να ξέρεις ακριβώς τι θέλεις και να μη μπορείς να το ακολουθήσεις, είτε γιατί δε θα κάνεις περήφανους τους γονείς σου, που έχουν πεισθεί ότι σε αυτήν την κοινωνία για να αξίζεις ένα βλέμμα πρέπει να είσαι γιατρός ή δικηγόρος, είτε γιατί βλέπεις ένα οικονομικά δυσοίωνο μέλλον και προτιμάς να κάνεις κάτι που θα σου προσφέρει τα απαραίτητα προς το ζην παρά να διακινδυνεύσεις να πεινάσεις. Αυτός είναι ένας μεγάλος, πάρα πολύ μεγάλος συμβιβασμός που θα επηρεάσει ολόκληρη τη ζωή μας.
Είναι τραγικό που πολλοί αναγκάζονται να κάνουν κάτι τέτοιο στην πιο επαναστατική τους ηλικία, που συμβιβάζονται και λένε ναι σε κάτι που θα τους στοιχίσει αν όχι ολοκληρωτικά, σίγουρα μεγάλο μέρος της ευτυχίας τους. Όχι. Στα 17 όταν σου λένε ότι «αν γίνεις ηθοποιός/ συγγραφέας/ μουσικός/ ζωγράφος (πλέον ίσως και μαθηματικός, ιστορικός κλπ) θα πεινάσεις», η μόνη λογική απάντηση πρέπει να είναι «Δε με νοιάζει, θα είμαι ευτυχισμένος/η!» Και είναι πολύ πιθανό να μη πεινάσεις κιόλας τελικά, ή να μη σε νοιάζει που θα πεινάσεις, αν το θες πραγματικά πολύ, αν είσαι όντως ευτυχισμένος και θες να επιβιώσεις.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, που πλέον λίγο πολύ τα έχουμε όλοι συνηθίσει (σε τέτοιο βαθμό που κάποιοι, όταν βλέπουν μαθητές 3ης λυκείου να κάνουν ο,τιδήποτε άλλο εκτός από το να διαβάζουν τους φαίνεται τρομερά αφύσικο), έρχεται το Νέο Λύκειο. Το ευφάνταστο αυτό νομοσχέδιο ψηφίστηκε στις 10/9/2013, δηλαδή μια μέρα πριν την έναρξη των μαθημάτων, με σκληρές κριτικές στη Βουλή και με την απόρριψη όλων των εκπαιδευτικών φορέων και του Συνήγορου του παιδιού. Ήδη αυτό που λέμε «μόρφωση» δεν υπήρχε στο λύκειο. Από φέτος, η προσπάθεια του Υπουργείου να αφαιρέσει πλήρως αυτή την έννοια από το εκπαιδευτικό σύστημα και να φτιάχνει όχι μορφωμένους, ολοκληρωμένους ανθρώπους, αλλά άτομα με εξυπηρετικές δεξιότητες πολλών ειδών, βολικές σε πολλούς τομείς ,γίνεται ακόμα πιο ενδελεχής. Η περιβόητη, εξαιρετικά πρόχειρη τράπεζα θεμάτων, έχει προκαλέσει απίστευτο άγχος και ανταγωνισμό στους μαθητές, διότι, πέρα από το ότι πλέον δίνουν πανελλαδικές τρεις χρονιές, (ακόμη και αν τις 2 πρώτες τα πανελλαδικά θέματα μετράνε στο 50% του τελικού βαθμού) , για να καταφέρουν οι καθηγητές να καλύψουν την ύλη που απαιτούνταν για να είναι σίγουροι ότι οι μαθητές τους θα καταφέρουν να ανταπεξέλθουν στην τράπεζα θεμάτων, οι ρυθμοί καθ? όλη τη διάρκεια της χρονιάς ήταν ιλιγγιώδεις, με αποτέλεσμα οι αδύνατοι μαθητές να μη μπορούν να παρακολουθήσουν, να νιώθουν ότι ακυρώνονται και να παρατάνε κάθε προσπάθεια. Φυσικά, δεν είναι μόνο οι αδύνατοι μαθητές που δυσκολεύονται να ανταπεξέλθουν. Για κάποιους περισσότερο, για κάποιους λιγότερο, είναι ένας πιεστικός παράγοντας. Επομένως, οι πανικόβλητοι γονείς, για να είναι σίγουροι για την προαγωγή του παιδιού τους, θα στραφούν για άλλη μια φορά στα φροντιστήρια. Ίσως σε αυτό το σημείο να αξίζει να αναρωτηθούμε ποιος βγαίνει κερδισμένος από αυτή την ιστορία. Όλος ο ανταγωνισμός που δημιουργείται, που είναι κάθε άλλο παρά ευγενής, αφού διακυβεύονται πολύ σημαντικά πράγματα, αποδύει την διαδικασία της μάθησης από κάθε τι όμορφο, αφού είτε δεν αφήνει χρόνο για πολιτισμικές δραστηριότητες, ομίλους (για τα πειραματικά λύκεια), προγράμματα κλπ είτε τα κάνει ένα ακόμα μέτρο σύγκρισης, κάτι από το οποίο θα μπορούμε να έχουμε ένα χαρτί στο μέλλον που να πιστοποιεί την αξία μας σε αυτό. Άρα δεν το κάνουμε πια επειδή το θέλουμε και το αγαπάμε, αλλά επειδή θα μας προσφέρει κάτι.
Εκτός από τις αλλαγές στο γενικό λύκειο, δε πρέπει να ξεχνάμε και την κατάργηση 50 ειδικοτήτων στα ΕΠΑΛ και το θεσμό της πρακτικής άσκησης η οποία προσφέρει δωρεάν βοηθούς στις επιχειρήσεις, καθώς και την αξιολόγηση και όλες τις αλλαγές που έχουν γίνει, οι οποίες είναι τόσες, που πλέον χάνουμε το μέτρημα.
Δυστυχώς το Υπουργείο αδυνατεί να κατανοήσει ότι και εμείς, αλλά και οι καθηγητές μας, είμαστε άνθρωποι, με ανάγκες, ιδιαιτερότητες και ευαισθησίες, όλοι μας διαφορετικοί ο ένας από τον άλλο και δεν είναι δυνατό να μας βάζει όλους σε ένα σακί και να μας αξιολογεί με τα ίδια κριτήρια. Είναι λυπηρό που η αξιολόγησή μας στο σχολείο φαίνεται να είναι τόσο σημαντική, ώστε μόνο από αυτή να βγαίνουν συμπεράσματα για ολόκληρη την προσωπικότητά μας, μιας και πλέον αυτός που δεν έχει να επιδείξει ένα καλό απολυτήριο και δεν έχει καταφέρει να περάσει σε μια καλή σχολή δεν αξίζει τίποτα για την κοινωνία. Είναι λυπηρό που όλο και πιο πολλοί μαθητές θα μένουν πλέον έξω από το λύκειο, είτε στην κυριολεξία είτε μεταφορικά, είναι λυπηρό που θα μισήσουμε ακόμα περισσότερο το σχολείο και που θα το νιώσουμε ακόμα πιο ξένο.
Το πιο λυπηρό όμως, είναι που κανένας δεν κάνει τίποτα για αυτό?
ΠΗΓΕΣ:

http://www.alfavita.gr/

http://www.minedu.gov.gr/

http://www.efsyn.gr/

Κάντε το πρώτο σχόλιο

Υποβολή απάντησης

Η ηλ. διεύθυνσή σας δεν δημοσιεύεται.


*


Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.